Κάπου-κάπου περνούσαν και χτυπούσαν την πόρτα μας Ιαχωβάδες. Ήταν ένα ζευγάρι νεαρών, ένα αγόρι και ένα κορίτσι με μία Αγία Γραφή στο χέρι. Η μητέρα μου ήταν πολύ ζωντανός άνθρωπος και θα έλεγα “φανατική” στα θέματα πίστεως. Έτσι, όταν τους έβλεπε μπροστά στην είσοδο, τους μιλούσε απότομα και άγρια: «Τι ήρθατε εσείς στο σπίτι μου; να μου μιλήσετε εσείς για τι πράγμα; φύγετε αμέσως, εξαφανιστείτε από μπροστά μου εχθροί της πίστεώς μας, φύγετε τώρα…”. Ο πατέρας μου ήταν ήρεμος και της έλεγε να μην φωνάζη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.