Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Η προβληματική εικόνα της «αγίας οικογένειας» με Σχόλια, Διαλόγους και Βίντεο. Μετάφραση: The Heretical Icon of the "Holy Family"


sophia-ntrekou.gr
Περιεχόμενα
1. Εισαγωγικά
2. Η ορθόδοξη αγιογραφία έχει συγκεκριμένα πρότυπα (π. Παντελεήμων Κρούσκος)
3. Βίντεο 1: Ο π. Θεόδωρος Ζήσης αναλύει και παρουσιάζει το βιβλίο «Η αιρετική απεικόνιση της «Αγίας Οικογένειας».
4. Βίντεο 2: Συνέντευξη του συγγραφέα Μοναχού Σεραφείμ στην Πειραϊκή Εκκλησία για την αιρετική απεικόνιση της «αγίας οικογενείας».
5. Βιβλιοπρόταση: «Η αιρετική απεικόνιση της «Αγίας Οικογένειας».
6. (αποσπάσματα) Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ «Ἡ αἱρετική ἀπεικόνιση τῆς «ἁγίας οἰκογενείας».
7. Παραπομπές
8. The study and in English The Heretical Icon of the "Holy Family"
9. Επιλεκτικό οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο)
Αρχική Δημοσίευση της παρούσης εργασίας 30 Σεπτεμβρίου 2013
Τελευταία ανανέωση της παρούσης εργασίας 15 Δεκεμβρίου 2017
1.   Εισαγωγικά
Διάβολος εργάζεται με άλλη μέθοδο πλέον. Δεν μπορεί να βγάλει τις Άγιες εικόνες; Θα διαστρέψει τη μορφή τους. Έτσι προκύπτει η Αγία οικογένεια που ενώ στον απλό και αμαθή λαό ίσως φαντάζει ρομαντική, στην πραγματικότητα είναι πλέον εκ του πονηρού γιατί πολεμά την  αειπαρθενία της Θεοτόκου, τη Σάρκωση του Θεού και Λόγου και την εν Χριστώ μοναδική Σωτηρία.[1]
2.      Η ορθόδοξη αγιογραφία έχει συγκεκριμένα πρότυπα
«Αυτή η εικόνα είναι ο παπικός συναισθηματισμός ολόκληρος. Εξυπηρετεί μια συναισθηματικού τύπου λαϊκιστική χυδαιότητα, αν όχι βλασφημία. Όλα πια στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης γίνονται. Η ορθόδοξη αγιογραφία έχει συγκεκριμένα πρότυπα. Δεν είναι προϊόν φαντασίας και ελεύθερη τέχνη.
Η ορθόδοξη αγιογραφία έχει συγκεκριμένα πρότυπα, είναι εργαλείο για να ΔΙΑΒΑΖΕΙ ο άλλος τα δόγματα και όχι μια νατουραλιστική ή ρεαλιστική ιστοριούλα. Η παραπάνω εικόνα είναι μια βλακεία και μισή. Είναι σαν να τραγουδάμε την ώρα της λειτουργίας κοσμικά άσματα για τα καλά παιδιά πού πάνε εκδρομή. Μοιάζει με αυτά τα πόστερ πού απεικονίζουν άζυμους άρτους, κολονάτα δισκοπότηρα, ξανθούς χριστούς, θηλυπρεπή αγγελάκια. Το κάθε πράγμα στον χώρο του. Δεν πρέπει να γίνονται όλα για συναισθηματικές ικανοποιήσεις και για τα ΛΕΦΤΑ.»[2]
«Δείτε την παραπάνω ορθόδοξη εικόνα της Γέννησης και τις άλλες σχετικές εικόνες. Ο Ιωσήφ, μονίμως σε γεροντική ηλικία, είναι στο πλάι σχεδόν παραριγμένος. Δεν έχει σχέση ούτε με την μητέρα, ούτε με τον τόκο, ούτε με τον Χριστό τον ίδιο. Είναι κει για να διακονεί το μυστήριο. Ονομάζεται υπ-ουργός του μυστηρίου, αλλά δεν έχει ουσιαστική σχέση με αυτό. Η θέση του είναι δευτερεύουσα και διακονική.
Η Εκκλησία μας για να αναβιβάσει και να αναδείξει το νόημα του ορθοδόξου γάμου, ποτέ δεν χρησιμοποίησε το παράδειγμα του Ιωσήφ και της Μαρίας, οι όποιοι άλλωστε δεν ήταν σε καθεστώς γάμου, αλλά σε νομική προστασία η μεν υπό τον δε. Πάντα προέβαλε την σχέση Νυμφίου Χριστού-Νύμφης Εκκλησίας ή νύμφης ψυχής και το Θαύμα στην Κανά πού εγκαινίασε τον νέο κόσμο του θεού, την γαμήλια σχέση Θεού και ανθρώπου, μετατρέποντας την υδαρότητα αυτής της σχέσης σε μεστότητα ουσιαστική. Στα ίδια πλαίσια κινείται και η θεολογία της λογχευθείσης του πλευράς.
Όπως η πρώτη Εύα πλάστηκε από την πλευρά του Αδάμ, έτσι και η Εκκλησία από το Αίμα και το Βάπτισμα του Χριστού. Τα πάντα στην ορθοδοξία είναι μυστηριακά και ξεφεύγουν από την ανθρώπινη θέληση και την κατά παραγγελίαν επιθυμία. Άλλωστε στην ιερολογία και τις ευχές του Γάμου πουθενά δεν αναφέρεται η γαμική σχέση Ιωσήφ Μαρίας, ενώ παρατίθενται όλα σχεδόν τα ζεύγη της ιεράς ιστορίας. Η ίδια η Εκκλησία μας θα πρέπει να θέσει κάποια όρια, αφού η φαντασία και η ανθρωπαρέσκεια η δική μας τα ξεπερνούν αφελώς.»[2]
3             Βίντεο 1: Δείτε το βίντεο αγαπητοί αναγνώστες, με τον π. Θεόδωρο Ζήση στο Αρχονταρίκι του Ι.Ν. Αγίου Αντωνίου Θεσσαλονίκης την Κυριακή 22-9-2013 (24/9/2013), όπου μιλά για το ίδιο θέμα. Παρουσίαση του βιβλίου: Η αιρετική απεικόνιση της «Αγίας Οικογένειας».

    4.      Βίντεο 2: Η αιρετική απεικόνιση της «Αγίας Οικογένειας» ΜΟΝΑΧΟΣ Σεραφείμ. Συνέντευξη του Μοναχού Σεραφείμ στην Πειραϊκή Εκκλησία για την αιρετική απεικόνιση της «αγίας οικογενείας». (το ακούτε εδώ mp3)
Συνέντευξη του κ. Λυκούργου Μαρκούδη, Διευθυντού και Παραγωγού του Ρ/Σ της «Πειραϊκής Εκκλησίας», από τον Μοναχό π. Σεραφείμ, για το θέμα της αιρετικής, κακόδοξης απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας».
Η απεικόνιση αυτή, σχετικώς νέα στην Ελλάδα, εμφανίζει συνήθως την Κυρία Θεοτόκο σε στάση πολλής οικειότητος και εναγκαλισμού με τον Μνήστορα άγιο Ιωσήφ και τον μικρό Χριστό στη μέση, δίνοντας ένα μήνυμα οικογενειακής σχέσεως των τριών απεικονιζομένων ιερών Προσώπων· με τον τρόπο αυτό ανατρέπει πολύ εντέχνως την Πίστη της Εκκλησίας μας στη Θεότητα του Χριστού και την μοναδικότητα της εκ Παρθένου Γεννήσεώς Του, ευνοώντας μια ολόκληρη σειρά αρχαίων (όπως λ.χ. οι «αντιδικομαριανίτες») και νέων (ως οι Προτεστάντες) αιρέσεων, που θεωρούν ότι η Παναγία μας δεν παρέμεινε Αειπάρθενος, ή ακόμη εκείνων που διδάσκουν ότι ο Ιησούς Χριστός υπήρξε φυσικό παιδί του Μνήστορος Ιωσήφ (Γνωστικοί, Μασόνοι, Θεοσοφιστές).
Η συνέντευξη, μεταδοθείσα την Κυριακή, 23 Φεβρουαρίου 2013, από την «Πειραϊκή Εκκλησία» είχε ως αφορμή την πολύ διευκρινιστική σχετική μελέτη του π. Σεραφείμ «Η αιρετική απεικόνιση της «αγίας οικογενείας». Γιατί είναι ξένη και απόβλητη» (Σπουδή Ορθοδοξίας 6), Θεσσαλονίκη 2013 (σελίδες 78)».[3]  https://www.youtube.com/watch?time_continue=279&v=EUZJW7btW1A
5. Βιβλιοπρόταση: «Η αιρετική απεικόνιση της «Αγίας Οικογένειας» Γιατί είναι ξένη και απόβλητη» – Μοναχός Σεραφείμ. Πληροφορίες για το βιβλίο ΕΔΩ.
6. (αποσπάσματα) Η αιρετική απεικόνιση της «αγίας οικογενείας». Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ «Ἡ αἱρετική ἀπεικόνιση τῆς «ἁγίας οἰκογενείας». Γιατί είναι ξένη και απόβλητη».
Δημοσιεύουμε – κατόπιν ειδικής αδείας του συγγραφέως -ολόκληρο το ζ' κεφάλαιο και αποσπάσματα της εισαγωγής, των κεφαλαίων β' καί η καί της τελικής συνόψεως, προς καλύτερη γνωριμία των αδελφών με τον όλο σχετικό προβληματισμό της αμάρτυρης και καινοφανούς απεικονίσεως αυτής της λεγομένης «αγίας οικογένειας», η οποία υπονομεύει με εποπτικό τρόπο το δόγμα της αειπαρθενίας της Θεοτόκου και, συνεπώς, και το δόγμα της τελείας Θεότητος του Χριστού και Θεού ημών.
Α.      Εισαγωγή
[……………….]Η παρθενία της Παναγίας μας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της Ενανθρωπήσεως του Θεού και γι αὐτὸ και σαφή απόδειξη της Θεότητας του Χριστού, έναντι πάντων των αιρετικών, όπως αναπτύσσουμε κατωτέρω· κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά: «Ένα μόνον είναι στον Θεό αδύνατο, να έλθει σε ένωση με ακάθαρτο, προ της καθάρσεως· γι’ αυτό υπήρχε απόλυτη ανάγκη για μία τελείως αμόλυντη και καθαρώτατη Παρθένο, για την κυοφορία και την γέννηση του εραστή και δοτήρα της καθαρότητας» [4]. Γι’ αυτόν το λόγο και υφίστανται από παλαιά η τιμή και υπόληψή Της πόλεμο εκ μέρους των παντοίων εχθρών της Εκκλησίας, των Ιουδαίων, των Γνωστικών, αλλά και των σημερινών απογόνων του Γνωστικισμού, των Μασόνων και Νεοεποχιτών -Θεοσοφιστών [5].
Τα τελευταία έτη έχει λάβει ιδιαιτέρως ευρεία διάδοση, πρωτίστως εξ αιτίας του γενικού θεολογικού και δογματικού ληθάργου, η λεγομένη εικόνα της «αγίας οικογενείας». Η εν λόγω εικόνα, οι ιστορικές απαρχές της οποίας ευρίσκονται στην Δύση, παρουσιάζει – κατά κανόνα εναγκαλιζόμενες – μία γυναικεία μορφή, μία ανδρική, νέου συνήθως ανδρός, και ενός παιδιού εν τω μέσω αυτών. Σε ακόμη χειρότερες εκδόσεις της εμφανίζονται εναγκαλιζόμενοι ο ανήρ και η γυνή σε περισσότερο «οικεία» στάση, και το παιδί παραπλεύρως, στην αγκάλη της μητέρας του.
Και η βλάσφημη αυτή παράσταση, με όλα τα συνειρμικά μηνύματα που φέρει, υποτίθεται ότι παριστά την Θεοτόκο, τον Μνήστορα Ιωσήφ και το παιδίον Ιησούν.
Ο «Κερδώος Ερμής» έχει πετύχει την αγοραστική διάθεση της εικαστικής αυτής θεολογικής πλάνης σε καταστήματα προσκυνητών στην Αγία Γη, αλλά και στην περισσότερο παραδοσιακή Ελλάδα, μέχρι και στην Ουρανούπολη, πόλη των προσκυνητών, αλλά και στην Πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, τις Καρυές.
Η εκκλησιαστική τέχνη, όμως, είναι απαραιτήτως δογματική με ποιμαντικό προσανατολισμό και δεν αφίνει ασαφή περιθώρια για συναισθηματισμούς, φαντασία και λυρισμό, εικαστικές πρωτοτυπίες η αρχιτεκτονικούς ακροβατισμούς [6]. Όπως κάθε τι στην Εκκλησία έχει και αυτή αιώνια, Χριστοκεντρική, Θεανθρωποκεντρική προοπτική και έτσι καθίσταται τέχνη χάριν της Σωτηρίας και όχι «ars gratiae artis» («τέχνη χάριν της τέχνης»). Για τον λόγο αυτό, σύμφωνα με την διδασκαλία των Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου, η εκκλησιαστική εικονογραφία πρέπει να διέπεται από δογματική ακρίβεια.
Στο παρόν κείμενο επιθυμούμε να αποτυπώσουμε την τεκμηριωμένη ανησυχία μας για την διάδοση της απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας» αλλά και το σαφώς νεοεποχίτικο νόημά της. Η αιφνίδια διάδοσή της μεταξύ και των Ορθοδόξων δεν μπορεί να θεωρηθεί άσχετη με την πρόοδο της αιρέσεως του Οικουμενισμού, όσο και των νεο-εποχιτικών ρευμάτων, τα οποία προσπαθούν να διεισδύσουν στην Εκκλησία μας και πρωτίστως επιφέρουν την σταδιακή νέκρωση η μετάλλαξη των ορθοδόξων θεολογικών «αντι-σωμάτων».
Β. Η δυτική προέλευση και αποδοχή της παραστάσεως της «αγίας οικογενείας»
Β.1. Η απεικόνιση δεν μαρτυρείται στην χριστιανική αρχαιότητα
Ο πολύς περί την ιστορία της χριστιανικής τέχνης ομότιμος Καθηγητής Κωνσταντίνος Καλοκύρης στο σύγγραμμά του «Η Θεοτόκος εις την εικονογραφίαν της Ανατολής και της Δύσεως» [7], εντοπίζει την προέλευση της παραστάσεως της «αγίας οικογενείας» και την εξάπλωσή της κυρίως στην Δύση· «Δεν είναι πολύ συνήθης εις την Ανατολήν η αυτοτελής παράστασις της αγίας Οικογενείας, ως είναι εις την Δύσιν.
Αύτη διακρίνεται εις στενωτέραν και ευρυτέραν. Την στενωτέραν αγίαν Οικογένειαν αποτελούν, ως είναι ευνόητον, η Θεοτόκος, ο Χριστός και ο Ιωσήφ, η πάλιν η Θεοτόκος, ο Χριστός και η αγία Άννα. Η ευρυτέρα αγία Οικογένεια προκύπτει δια της προσθήκης της Ελισάβετ και του Προδρόμου. Η απεικόνισις του Χριστού, της Θεοτόκου και του Ιωσήφ είναι γνωστή από τα παλαιοχριστιανικά μνημεία (σαρκοφάγους κ.λ.π.)».
Την τελευταία αυτή πληροφορία, περί της ιστορήσεως σε αρχαίες χριστιανικές σαρκοφάγους της παραστάσεως των τριών προσώπων Χριστού, Θεοτόκου και Μνήστορος Ιωσήφ, ο Καθηγητής Καλοκύρης αρύεται από το γαλλικό «Λεξικό της Χριστιανικής Αρχαιολογίας και της Λατρείας», από το εκεί σχετικό λήμμα του Η. Leclercq [8], όπου και παραπέμπει [9]. Η είδηση αυτή φαινομενικώς δικαιώνει την εξάπλωση της απεικονίσεως αυτής, αφού ανάγεται, δήθεν, στην χριστιανική αρχαιότητα. Ωστόσο, η προσεκτική αναδίφηση του συγκεκριμένου λήμματος του H. Leclercq παρουσιάζει πιο ενδιαφέροντα για το θέμα μας στοιχεία, και εν τέλει καταρρίπτει την αρχαιότητα της απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας».
Ουσιαστικώς ο H. Leclercq στο εν λόγω άρθρο μέμφεται την προσπάθεια που καταβλήθηκε, κυρίως από Ιταλούς, να εντοπισθούν στις χριστιανικές κατακόμβες δήθεν αρχαία πρότυπα για την σύνθεση της «αγίας οικογενείας»· ρωμαιοκαθολικοί ερευνητές, όπως ο Raphaël Garrucci, αναίρεσαν τις αρχικές τους απόψεις για την ερμηνεία των τριών μορφών σε διάφορες παραστάσεις [10] και ήλθαν εν προκειμένω σε σύγκρουση προς άλλους, όπως τον αββά Martigny, καθώς άλλοτε οι αρχαιολόγοι διαπίστωναν, ότι οι εικονιζόμενες μορφές ήταν κεκοιμημένων χριστιανικών οικογενειών και όχι της «αγίας οικογενείας», άλλοτε διαπιστωνόταν ότι οι ιερές μορφές του Χριστού, της Παρθένου και του Μνήστορος ήταν μέρος ευρύτερων συνθέσεων, όπως αυτή της προσκυνήσεως των Μάγων.
Κατά τον Leclercq «η καθολική εικαστική συνεχίζοντας την χριστιανική εικονογραφία, έχει αλλοιώσει ένα συγκεκριμένο αριθμό προσκυνητών τύπων και συμβόλων, τα οποία υποκατέστησε με άλλα, θεωρούμενα περισσότερο εποικοδομητικά […] Η ιταλική φαντασία προώθησε περαιτέρω τις καταστροφές της, υποστηρίζοντας ότι ανακάλυψε στην αρχαιότητα τα πρότυπα των τύπων στους οποίους ήθελε να προσδώσει υπόληψη· και έτσι έγινε και εξήλθε των κατακομβών η «αγία οικογένεια»»[ 11].
Σύμφωνα με τα παραπάνω, αίρεται εντελώς η αναγωγή της απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας» στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους. […………………………………..]
Η εικόνα που «πάσχει» δογματικώς !!!
Ζ. Ο Μνήστωρ Ιωσήφ
Κατά την εκκλησιαστική ιστορία ο Μνήστωρ και φύλαξ της Θεοτόκου, ο υιός Ηλί, έχοντας περιέλθει σε χηρεία, προ της οποίας είχε αποκτήσει τέσσερις υιούς (τους λεγομένους στα Ευαγγέλια «αδελφούς του Κυρίου») και δύο θυγατέρες [77], «διήγεν εν χηρεία και σωφροσύνη ο Ιωσήφ· ετών γαρ ην περίπου εβδομήκοντα» [78].
Η ιερά υμνογραφία την Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν, στον εορτασμό της μνήμης του Μνήστορος, συμπυκνώνει την περί αυτού διδαχή της Εκκλησίας· αναφέρει την γεροντική του ηλικία κατά την Γέννηση του Χριστού, ότι δηλαδή «των Προφητών τας προρρήσεις είδεν εν γήρα σαφώς, ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ», αλλά και ότι ήταν μόνον νομιζόμενος πατήρ του Ιησού, «Χριστού πατήρ νομιζόμενος», και ότι «την μόνην εν γυναιξί, καθαράν και άμωμον, μάκαρ Ιωσήφ συ εμνηστεύσω, τηρών Παρθένον αγνήν, προς υποδοχήν του Ποιήσαντος»· επίσης, ότι κράτησε στην αγκάλη του τον Θεάνθρωπο και τον υπηρέτησε με ευλάβεια ως άγγελος, «ίστασο Θεώ σαρκί νηπιάσαντι, σοφέ Ιωσήφ διακονούμενος, ώσπερ Άγγελος» και ότι η επαφή με τον Χριστό καθαγίασε τον Μνήστορα Ιωσήφ σαρκί και πνεύματι [79].
Ο Μνήστωρ Ιωσήφ χρηματίζει, προσέτι, σύμφωνα με την ιερά υμνογραφία, και μάρτυρας της παρθενίας της Θεοτόκου έναντι των Ιερέων οι οποίοι Την ανέθεσαν σε εκείνον [80]· αυτό δηλώνει και ο γνωστότατος ύμνος «Κατεπλάγη Ιωσήφ το υπέρ φύσιν θεωρών» [81], ο οποίος καταλήγει: «και μαρτυρών ο Μνήστωρ Σου και φύλαξ τοις ιερεύσιν εκραύγαζε· Παρθένος τίκτει και μετά τόκον πάλιν μένει Παρθένος».
Κατά την αυθεντία της Εκκλησίας, η μνηστεία της Παρθένου με τον δίκαιο Ιωσήφ είχε ως σκοπό να προφυλάξει ακριβώς την παρθενία της μελλοντικής Θεοτόκου· διότι, γνωρίζοντας ο διάβολος την προφητεία του Ησαΐα περί της Γεννήσεως του Μεσσία εκ Παρθένου (Ησ. 7, 14), θα επιβουλευόταν με έμμεσους τρόπους την παρθενία Της· έτσι «η τοιαύτη κατάστασις [η μνηστεία], μη θίξασα την παρθενίαν της Θεοτόκου, ένα μόνον λόγον και σκοπόν είχε κατά τον ιερόν Δαμασκηνόν [82]· την προφύλαξιν ακριβώς της παρθενίας της Μαρίας δι “εξαπατήσεως” του Διαβόλου». Ο Χριστός ήταν «νομικό τέκνο» του φαινομενικού αυτού γάμου, για την εξασφάλιση της θέσεώς του στην ανθρώπινη κοινωνία και την προφύλαξη της τιμής της Μητέρας Του [83].
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το σχετικό εδάφιο του Ευαγγελιστού Ματθαίου συμπεραίνει, ότι όχι μόνον η Θεοτόκος, όπως θα δούμε, αλλ’ ακόμη και ο Άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ, μετά την βίωση του υπερφυούς μυστηρίου της Ενανθρωπήσεως, να αποβούν πράγματι σύζυγοι ήταν αδύνατον (εμείς βέβαια, προσθέτουμε, ως αυτονόητο ότι και να φέρονται με οικειότητα)· «αυτό που από όσα λέχθηκαν φαινόταν αυτονόητο και παραδεκτό, τούτο εν συνεχεία αφήνει να το καταλάβεις εσύ [μόνος σου]· ότι δηλαδή ούτε και μετά από αυτά, Αυτήν που έγινε μητέρα με τέτοιο τρόπο και καταξιώθηκε καινούργιων ωδίνων και παραδόξου λοχείας, εκείνος όντας δίκαιος, θα είχε ανεχθεί να την γνωρίσει. Διότι αν την εγνώρισε και την είχε σε θέση γυναικός, πως την αναθέτει [ο Εσταυρωμένος] στο μαθητή, ως απροστάτευτη και μη έχουσα κανέναν;» [84]
Η μομφή κατά της αρετής της Παναγίας και του Μνήστορος από την σύγχρονη απεικόνιση της «αγίας οικογενείας» γίνεται ακόμη πιο εύκολα αντιληπτή, όταν αναλύσουμε την λεπτότητα των αρετών.
Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, η οποία μας καθοδηγεί προς την τελειότητα, αποσκοπεί στο να μας απαλλάξει από οποιαδήποτε εμπαθή αντιμετώπιση των πραγμάτων· έτσι, ως τήρηση της παρθενίας δεν νοείται μόνον η αποφυγή της πράξεως της πορνικής μείξεως, αλλ’ αναλογικώς και όσα οδηγούν σε αυτήν, όραση επιθυμίας, λογισμοί, εναγκαλισμοί, κ.ο.κ.· οι ιεροί Κανόνες, ως μέσα προληπτικά η θεραπευτικά κατά της αμαρτίας, είναι εν προκειμένω σαφείς για την κατά της αγνότητας βλάβη από τις κινήσεις «οικειότητας», εναγκαλισμούς κ.ο.κ. [85]
Η χειρονομία εναγκαλισμού και η προσέγγιση της μορφής του δήθεν Μνήστορος προς αυτήν της Μαρίας, είναι και εξ άλλης επόψεως μεμπτή: δεικνύει και θράσος («παρρησία»), εντελώς ξένη προς τους πνευματικούς ανθρώπους, οι οποίοι, κατά τον Άγιο Αββά Δωρόθεο, δεν πρέπει ούτε στα μάτια να κοιτάζουν τον συνάνθρωπό τους, τηρώντας την ταπεινοφροσύνη· «και ίνα σπουδάζωμεν μηδέ ανανεύειν εις τα πρόσωπα αλλήλων· και τούτο γαρ, ως είπέ τις των γερόντων, είδός εστι παρρησίας» [86].
Δεν αμαρτάνει, λοιπόν, όποιος διατηρεί απεικονίσεις της Θεοτόκου, της «τιμιωτέρας των Χερουβίμ και ενδοξοτέρας ασυγκρίτως των Σεραφίμ», σε πολλή εγγύτητα η ακόμη και σε εναγκαλισμό με τον Μνήστορα; Η ομόφωνη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, των οποίων ο λόγος είναι νόμος [87], διαπιστώνει την παντελή καθαρότητα όλων των αισθήσεων της Παναγίας μας, η οποία είχε «ως πλούτο τις δυνάμεις της ψυχής και όλες τις αισθήσεις του σώματος ανυψωμένες από κάθε μολυσμό» [88]. Πως να παραμερισθεί η διδασκαλία αυτή χάριν των ξενόφερτων συναισθηματισμών για μια «οικογενειακή» και όχι ασκήτρια Μαρία, την Ηγουμένη των παρθενευόντων και μοναζόντων;
Ουσιαστικώς η απεικόνιση ανατρέπει την όλη αποστολή του Μνήστορος, ο οποίος δόθηκε ως μάρτυς της παρθενίας της Παναγίας και προστάτης Της, διότι Αυτή αποτελεί μόνον του Θεού «Νύμφην ανύμφευτον». Η «αγία οικογένεια» δεν διασώζει εικαστικώς ούτε την αρετή και κοσμιότητα του σώφρονος Μνήστορος Ιωσήφ, ούτε τον σεβασμό του έναντι του επιτελεσθέντος μυστηρίου της Ενανθρωπήσεως, ούτε τον αρχικό δισταγμό του έναντι της απορρήτου Συλλήψεως του Θεανθρώπου, συνήθως ούτε καν την γεροντική του ηλικία.
Τα εσφαλμένα μηνύματα αυτά, όμως, αποτελούν «μέλι στο ψωμί» μιας ευρείας κλίμακας συγχρόνων αιρέσεων και παραθρησκειών.
Η. Ο μασονικός και θεοσοφικός αποκρυφισμός κατά της Αειπαρθένου Θεοτόκου
Η.1. Οι αρχαίοι Γνωστικοί
[……………….] Από τους αρχαίους αιρετικούς παρόμοιες διδασκαλίες είχαν και οι Μεσσαλιανοί η Ευχίτες, αίρεση η οποία δέχθηκε τις γνωστικιστικές, μανιχαϊκές επιδράσεις και τις μετέδωσε και σε μεταγενέστερους Γνωστικούς, όπως είναι οι Παυλικιανοί και οι Βογόμιλοι [97]. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, οι Μεσσαλιανοί μεταξύ των άλλων δογμάτων τους, είχαν και τα εξής [98]: ότι τα κακά υπάρχουν εκ φύσεως, ότι και προ της πτώσεως ο Αδάμ έσμιξε με την Εύα απαθώς, ότι η Μαρία δεν συνέλαβε ασπόρως τον Λόγο, ότι πρέπει οι άνθρωποι να αποκτήσουν δύο ειδών ψυχές, μία όπως αυτή όλων των ανθρώπων και μία επουράνια, κ.λπ. Είναι φανερές και εδώ τόσο η πολεμική κατά της παρθενίας της Θεοτόκου, όσο και η πλάνη περί δήθεν πρωτογόνου και όχι μεταπτωτικής εισαγωγής της γαμικής σχέσεως, αντιθέτως προς ο,τι δογματίζει η Εκκλησία βασιζόμενη στην Αγία Γραφή, δηλαδή περί της αρχεγόνου παρθενίας των πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύας [99].
Η.2. Οι σύγχρονοι αποκρυφιστές
Οι αρχαίοι γνωστικοί μύθοι, με διαδικασία που δεν είναι της παρούσης γραφής, μεταφέρθηκαν στις σύγχρονες μυστικές ομάδες, τα γνωστά «υπόγεια ρεύματα».
Γράφει ο Εδουάρδος Συρέ στο βιβλίο του Οι Μεγάλοι Μύστες, σημαντικώτατο έργο του σύγχρονου θεοσοφισμού (προλογισμένο δε σε μια ελληνική του έκδοση από τον πασίγνωστο Μασόνο «θεολόγο» Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαο Λούβαρι): «Φαίνεται ότι στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες ο Ιησούς λατρευόταν σαν γυιός της Μαρίας και του Ιωσήφ, αφού ο Ματθαίος μας δίνει το γενεαλογικό δένδρο του Ιωσήφ, για να αποδείξη ότι κατάγεται από το Δαυΐδ. Στο σημείο αυτό χωρίς αμφιβολία, όπως και σε μερικές άλλες γνωστικές αιρέσεις, θεωρούσαν τον Ιησού γυιό του Αιωνίου, όπως το Σαμουήλ αργότερα. Η παράδοσι στην προσπάθειά της ν’ αποδείξη την υπερφυσική καταγωγή του Ιησού ύφανε τον πέπλο της το χρυσό και γαλάζιο, την ιστορία του Ιωσήφ και της Μαρίας, τον Ευαγγελισμό και όλα τα σχετικά με την παιδική ηλικία της Μαρίας στο ναό» [100].
Ο περίφημος Αμερικανός Μασόνος Albert Pike (1809-1891), στο έργο του «Ήθη και Δόγματα του Αρχαίου και Αποδεδεγμένου Σκωτικού Τύπου του Ελευθέρου Τεκτονισμού», επαναλαμβάνει – καταφάσκων – την αντίληψη, ότι ο Ιησούς ήταν γυιός της Μαρίας και του Ιωσήφ και ότι η Μαρία αντιστοιχεί στην Αφροδίτη! [101] [……………….]
ΣΥΝΟΨΗ
[……………….] 6. Κατά την σύμφωνη γνώμη όλης της Εκκλησίας, η αειπαρθενία της Παναγίας, δηλ. η τήρηση της Παρθενίας Της όχι μόνον προ της Γεννήσεως του Χριστού, μετά την Σύλληψη, αλλά και κατά τον τοκετό και μετά από αυτόν, αποτελεί απόδειξη της Θεότητας του Χριστού· διότι μόνον ο Χριστός ως Θεός ήταν δυνατό να συλληφθεί από Παρθένο, να διατηρήσει την της μητρός παρθενία κατά τον τοκετό, αλλά και να προσδιορίσει με το θαύμα της Ενανθρωπήσεώς Του και την υπόλοιπη υπερφυή ζωή της Παναγίας Μητέρας Του. Επίσης, αν ο Χριστός δεν είχε γεννηθεί από παρθένο, δεν θα είχε επιτευχθεί η ανακαίνιση της ανθρωπίνης φύσεως. Κατά συνέπεια, η περί του αντιθέτου υπόνοια, που καλλιεργείται με την εν λόγω απεικόνιση, ότι υπήρξε συζυγική, οικογενειακή σχέση του Μνήστορος με την Παναγία, αποτελεί πόλεμο κατά της Θεότητας του Χριστού και της υποστάσεως της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα Του.
7. Ως εκ τούτου η απεικόνιση της «αγίας οικογενείας» παραβιάζει και τον απαράβατο ορθόδοξο όρο της εναρμονίσεως των ιερών Εικόνων με την δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία αποτυπώθηκε στην εικονογραφική παράδοση. Οι περισσσότερες Εικόνες της Παναγίας απεικονίζουν Αυτήν και τον Υιόν και Θεόν Της στην αγκάλη Της. Το ίδιο και η Εικόνα της Πλατυτέρας στους Ναούς, η οποία έχει ειδική και μέγιστη, κατ’ εξοχήν δογματική, σημασία.
8. Στην Αγία Γραφή τονίζεται η ιδιαίτερη σχέση της Θεοτόκου με τον εξ Αυτής γεννηθέντα εκ Πνεύματος Αγίου Χριστόν. Η Παναγία αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως «η μήτηρ του Ιησού» και ο Χριστός ως «ο υιός αυτής». Το μήνυμα της απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας», είναι εντελώς διαφορετικό και προσβάλλει την ιδιαιτερότητα της σχέσεως της Παρθένου και Θεοτόκου προς τον εξ αυτής Γεννηθέντα, διότι προσθέτει και την μορφή του Μνήστορος Ιωσήφ σε θέση ισότιμου γονέως· συνεπώς η «αγία οικογένεια» αντιφέρεται και προς την Αγία Γραφή.
9. Η επιδεικνυόμενη οικειότητα των εικονιζομένων προσώπων στην «αγία οικογένεια» είναι για τους Χριστιανούς παντελώς ανάξια της αρετής του Μνήστορος Ιωσήφ, αδικεί δε και υπονομεύει το ρόλο του ως ουσιαστικού κηδεμόνα της Θεοτόκου και προστάτη της παρθενίας Της· δυσφημεί βέβαια και προσβάλλει πολύ περισσότερο την παναγιότητα της Θεοτόκου, την πασίγνωστη, παντελή υπέρβαση κάθε σαρκικής κινήσεως ψυχής και σώματος της Θεομήτορος, η οποία είναι η «μόνη αγνή, μόνη ευλογημένη», η «τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφίμ» και η Οποία δεν θα ανεχόταν ποτέ κανέναν εναγκαλισμό και καμμία οικειότητα από έναν άνδρα.
10. Ακόμη και αν η εν λόγω απεικόνιση δεν ήταν προβληματική ως προς την προέλευσή της, όμως καθίσταται στο εξής απορριπτέα, ιδιαιτέρως στην εποχή μας. Ο λόγος είναι ότι υποβοηθεί τις, σήμερα ιδιαιτέρως διαδεδομένες, αποκρυφιστικές μυστικές διδασκαλίες της Νέας Εποχής (New Age) για την σημασία της «θηλυκής πλευράς του θεού» και του έρωτα μεταξύ των θεοτήτων, με ιδιαίτερα διαστρεβλωτικές αναφορές των αρχαίων και νεωτέρων αιρετικών, αποκρυφιστών, Μασόνων και Θεοσοφιστών εναντίον της Θεοτόκου Μαρίας και του Μνήστορος Ιωσήφ.
11. Η διάδοση της προβληματικής, αιρετικής αυτής απεικονίσεως της «αγίας οικογενείας» στο πλαίσιο του φαύλου κύκλου αγοραστικής «προσφοράς και ζητήσεως», δεν αθωώνει το συνειρμικό μήνυμα της απεικονίσεως· αντιθέτως, καθιστά περισσότερο επιτακτική την ανάγκη έγκαιρης τοποθετήσεως της επίσημης Εκκλησίας και της ενημερώσεως των πιστών. Η αποδοχή της αποτελεί άμεση προσβολή στο Πρόσωπο της Παναγίας μας και συμβολή στις βλασφημίες των αιρέσεων.
7. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΕΛΟΥΣ
[4]. Μετάφραση από Ομιλία ΝΒ , Κατά την εις τα άγια των αγίων είσοδον της Πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου 6, ΕΠΕ 11, 244ε.
[5]. Το ότι η Μασονία αποτελεί την συνέχεια του αρχαίου Γνωστικισμού προκύπτει από τα θετικώτατα περί Γνώσεως (Γνωστικισμού) σχόλια Μασόνων και Θεοσοφιστών συγγραφέων, όπως λ.χ. του Édouard Schuré περί του Γνωστικού Μάνεντος: «Ο χριστιανικός όμως εσωτερισμός δεν συγκροτείται σε γερές βάσεις παρά μονάχα κατά τον τέταρτο αιώνα με τον γεμάτο μυστικοπάθεια και ισχυρό Μανές, τον πατέρα του Μανιχαϊσμού. Ήταν η πρώτη απόπειρα για να εισχωρήσει το εωσφορικό ρεύμα μέσα στο χριστιανικό ρεύμα.
Καμμία θρησκευτική προσωπικότητα δεν παραμορφώθηκε κατά τρόπο τόσο υβριστικό […] Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη του προσωπικότητα άφησε τη σφραγίδα της πάνω στη φανατισμένη οργή που προκάλεσε και στις αδελφότητες που εμπνεύστηκαν από τις θεωρίες του» (Από τη σφίγγα στον Χριστό· η θεία εξέλιξη, μτφρ. Βάρδας Σκληρός, εκδ. «Πύρινος Κόσμος», Αθήνα 1992, σελ. 426 )· επίσης, από τις μελέτες άλλων ανεξάρτητων ερευνητών, ως του Gilles Quispel, ο οποίος στο σύγγραμμά του Η Γνώση ως παγκόσμια θρησκεία (Gnosis als Weltreligion, Origo Verlag, Zürich 1972[2]) επισημαίνει τον γνωστικιστικό χαρακτήρα των αναρίθμητων συγχρόνων μυστικών «κινήσεων», Μασονίας, Ροδοσταύρων κ.α. (σελ. 75: «Wie viele gnostizierende Bewegungen und Sekten es in der Neuzeit seit Jakob Boehme gegeben hat, ist nicht so leicht zu sagen; ihre Namen sind Rosenkreuzerei, Freimaurerei, “Legio”»).
Ο Γνωστικισμός, με την μεταφυσική, οντολογική του διαρχία (ισοστάθμια πάλη καλού Θεού και κακής ύλης, φωτός και σκότους, πρβλ. Κ. ΣΚΟΥΤΕΡΗΣ, Ιστορία δογμάτων, τομ. Α', Αθήνα 1998, σελ.329-334) αποτελεί καθαρώς και εκπεφρασμένως σατανικόν εφεύρημα τόσον, ώστε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός να αναφωνεί περί των Γνωστικών Μανιχαίων: «Ακούσατε, τι λέγουσιν οι επικατάρατοι Μανιχαίοι, οι εσκοτισμένοι περί το φως, το στόμα του διαβόλου. Λέγουσιν, ότι η ύλη επολέμησε μετά του Θεού και απέσπασε μέρος απ’ αυτού […] Κρείττόν εστιν ιουδαΐσαι και Ιουδαίον αποθανείν ήπερ κοινωνήσαι τοις Μανιχαίοις. Ω από των Μανιχαίων. Ακούσατε δη προς Θεού, ω άνδρες, τι φησιν ο θεόλεστος Μάνης» (Κατά Μανιχαίων 67, PG 94, 1561C.D.). Βεβαίως, στον βαθμό που ο σημερινός Ιουδαϊσμός έχει αποδεχθεί την θεολογική διδασκαλία της Καββαλά, της λευκής του μαγείας, είναι επίσης Γνωστικισμός, όπως άλλωστε είναι και η (αποδεδειγμένως) καββαλο-κεντρική Μασονία, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο τον σατανικό Albert Pike και τους θεοσοφικούς-μασονικούς κύκλους περί την Έλενα Πετρόβνα Μπλαβάτσκυ και τους συνεχιστές της. Περί του μεσαιωνικού ευρωπαϊκού Γνωστικισμού, καθώς και της σχέσεώς του με τις Μυστικές Εταιρείες και τον Προτεσταντισμό βλ. επίσης τα σπουδαία κείμενα Ι.Μ. ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΟΧΩΡΙΟΥ, Γνωστικοί-Γνωστικισμός.
[6]. Συνέβη, σε τοιχογραφία που αναπαριστούσε την εμφάνιση Αγγέλου, να έχει ζωγραφισθεί περιστέρι που τρόμαξε με την αγγελοφάνεια και φτερούγισε μακριά. Τούτο δε, παρά την δογματική αλήθεια ότι το φως δια των οποίων οι Άγγελοι (ως ετερόφωτοι οι ίδιοι) φωταγωγούν αλλήλους (ιεραρχικώς) και τους ανθρώπους είναι το άκτιστον Φως της Θεότητος και ότι το Φως αυτό, το άκτιστο, δεν είναι ορατό παρά μόνο σε κτίσματα νοερά (αγγέλους, ανθρώπους και δαίμονες) και όχι σε ζώα. Αυτό το γεγονός δεικνύει την ανάγκη της θεολογικής αρτιότητας του εικονογράφου η τουλάχιστον της πιστής κατακολουθήσεως των παραδεδομένων εικονιστικών προτύπων. Βλ. ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Αντιρρητικός προς Ακίνδυνον 6, 9,21 («Αλλά και τη προς Θεόν νεύσει και υπουργία το φως τούτ’ έχοντες οι άγγελοι, παριστάσι μη μόνον ουκ είναι φύσιν αυτοίς τουτί το φως, αλλ’ ουδέ φυσικώς αυτοίς προσείναι») και Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων 1,3,27 («Ει ζώον άλογον ετύγχανε τότε παρόν επί του όρους, άρ’ αν ήσθετο του τον ήλιον υπερλάμψαντος εκείνου φέγγους; Ουκ έγωγε οίμαι· και γαρ ουδέ της περιλαμψάσης δόξης Κυρίου τους ποιμένας επί τη του Χριστού γεννήσει αισθέσθαι γέγραπται τα ποίμνια»). Π.Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, Γρηγορίου του Παλαμά Συγγράμματα, τομ. Γ', Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 399 και τομ. Α , Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 438 – αντιστοίχως.
[7]. Εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1972.
[8]. H. LECLERCQ, «Famille (Sainte)» εν F. CABROL-H. LECLERCQ, Dictionnaire d’Archéologie Chrétienne et de Liturgie, tome 5 (première partie), Paris 1922, 1102-1107.
[9]. Κ. ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ, «Η Θεοτόκος εις την εικονογραφίαν της Ανατολής και της Δύσεως, εκδ. Πατριαρχικόν Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1972, σελ. 85.
[10]. H. LECLERCQ, ενθανωτ., 1103· «La fresque du cimetière de Domitille a changé d’interprétation; elle est redevenue ce qu’elle a été dès l’origine; la représentation d’une famille chrétienne et c’est le P. Garrucci lui-même qui, dans son Histoire de l’art chrétien, a reconnu que les saintes familles sont toutes modernes».
[11]. H. LECLERCQ, ενθανωτ., 1102ε. «L’imagerie catholique, en prenant la succession de l’iconographie chrétienne, a altéré un certain nombre de symboles et de types vénérables auxquels elle en a substitué d’autres réputés plus édifiants! […] L’imagination italienne poussa plus loin ses ravages, elle prétendit découvrir dans l’antiquité des modèles aux types qu’elle voulait accréditer: ce fut ainsi qu’on vit sortir des catacombes la “sainte famille”».[………………]
[77]. Βλ. το κείμενο του Αγίου Επιφανίου Κύπρου (από το Πανάριον) και τα λοιπά κείμενα τα παρατιθέμενα στο ΑΓΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ο ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Ερωτήσεις και Αποκρίσεις 153 PG 89, 812Β.C, αλλά και την αμέσως ακόλουθη παραπομπή.
[78]. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΚΑΙ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ, Περί του Βίου της Υπεραγίας Θεοτόκου 7 PG 120, 196Α.
[79]. «Όλος επαφή τη θεία πανεύφημε, καθαγιασθείς ψυχή και σώματι, μεταβέβηκας προς άΰλους μονάς». Εκ της ως άνω ακολουθίας (ευρισκομένης στο Μηναίο του Δεκεμβρίου, μετά τις 26), αντιστοίχως στο 2ο κεκραγάριο του Εσπερινού, στο 1ο τροπάριο της α ᾠδῆς, το 1ο της δ ᾠδῆς, το 2ο της γ καὶ το 2ο και 3ο της στ .
[80]. Βλ. περί της σχετικής απεικονίσεως και παραδόσεως, Κ. ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ, ενθ’ ανωτ., σελ. 109-111.
[81]. Θεοτοκίον των καθισμάτων της α στιχολογίας του Όρθρου της Κυριακής του δ ἤχου.
[82]. Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως 14 (87) PG 94, 1160B· «Η δε μνηστεία, φυλακή τε της Παρθένου υπήρχε, και του τας παρθένους επιτηρούντος αποβουκόλημα».
[83]. ΙΩ. ΟΡ. ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ, ενθ’ ανωτ., σελ. 116ε. Βλ. τις σχετικές θεολογικές γνώμες στο εξαίρετο αυτό έργο.
Υπάρχει και ο ισχυρισμός ότι ο Μνήστωρ Ιωσήφ δεν ήταν χήρος, αλλά δια βίου παρθενεύων: ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΣ, Θεολογικόν, τύποις του Χρόνου, Βενετία 1872, σελ. 503· «Οι μεν φασι τον Ιωσήφ χηρεύσαντα μνηστευθήναι τη παρθένω· τους δε εκ της προτέρας γαμετής υιούς αυτώ γεγονότας αδελφούς του Κυρίου καλείσθαι· τοις δε, μάλλον εναλήθως έοικεν έχον τον Ιωσήφ δια βίου παντός παρθενίαν ασκήσαι».
[84]. Μετάφραση από Εις το κατά Ματθαίον 5,3 PG 57, 58.
[85]. Ο 11ος ι. Κανών του Αγίου Ιωάννου του Νηστευτού προσδιορίζει το θεραπευτικό κανόνα που λαμβάνει «η εις ασπασμούς ανδρός ελθούσα και επαφάς, μη μέντοι διαφθαρείσα». Βεβαίως, αυτά δεν ισχύουν για τις εγγάμους, αλλ’ η Παναγία μας δεν ήταν ούτε έγγαμος. Η εν λόγω απεικόνιση ανατρέπει τα αυτονόητα. ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, εκδ. «Αστήρ», Αθήναι 1990, σελ. 706.
[86]. Διδασκαλία Δ – Περί θείου φόβου 54, ΑΒΒΑΣ ΔΩΡΟΘΕΟΣ, Έργα Ασκητικά, εκδ. «Ετοιμασία», Καρέας 1993, σελ. 156 (PG 88, 1665D-1668A).
[87]. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Επιστολή προς Ιορδάνην Αρχιμανδρίτην περί του Τρισαγίου Ύμνου 3, PG 95,28B.
[88]. ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Ομιλία ΙΔ – Εις τον Ευαγγελισμόν της πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας PG 151, 172B.C· «… κυρίως γαρ ούσα φερωνύμως παρθένος, πάσαν είχε την της αγνείας παντελή παγκτησίαν, παρθένος ούσα και το σώμα και την ψυχήν, και τας της ψυχής δυνάμεις και τας του σώματος αισθήσεις πάσας μολυσμού παντός υπερανωκισμένας πλουτούσα».[………………]
[97]. Π.Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ελληνική Πατρολογία, τομ. Γ, εκδ. «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1987, σελ. 121.123.
[98]. Περί αιρέσεων 80, PG 94, 732Α.Β.· «ιγ. Ότι φύσει τα κακά. ιδ. Ότι και προ της παραβάσεως απαθώς εκοινώνησεν ο Αδάμ τη Εύα. ιε. Ότι σπέρμα και Λόγος έπεσεν εις Μαρίαν. ιστ. Ότι δύο δει κτήσασθαι τον άνθρωπον ψυχάς, φασί· μίαν την κοινήν ανθρώποις και μίαν την επουράνιον» κ.α. Αυτά ας τα βλέπουν και όσοι σύγχρονοι θεολόγοι διδάσκουν ότι ο γάμος ήταν προπτωτική πραγματικότητα.
[99]. Όπως ερμηνεύει ομοφώνως η Εκκλησία την παιδική αθωότητα των Προπατόρων Αδάμ και Εύας (Γεν. 2, 25), και τη μείξη τους μόνον συνεπεία της πτώσεως (Γεν. 4,1). Η εκ των προτέρων διάκριση του ανθρώπου σε άρρεν και θήλυ ήταν οικονομία Θεού, κατά την εκκλησιαστική ερμηνεία, ώστε σε περίπτωση παρακοής, όπως και έγινε, να μη μείνει χωρίς διαδοχή το ανθρώπινο γένος.
[100]. ΕΔΟΥΑΡΔΟΣ ΣΥΡΕ, Οι Μεγάλοι Μύστες· εισαγωγή στην απόκρυφη διδασκαλία των θρησκειών, μτφρ. Ε. Ανδρουλιδάκη, εκδ. «Ενωμένοι Εκδότες», Αθήναι α.χ., σελ. 376.
[101]. ALBERT B. PIKE, Morals and Dogmas of the Ancient and Accepted Scottish Rite of Freemasonry, Charleston, A.M. 5641, σελ. 564· «Paul of Samosata taught that Jesus Christ was the Son of Joseph and Mary» και σελ. 296· «It is the Statue of Olympian Jove, worshipped as the Father, in the Christian Church that was a Pagan Temple; it is the Statue of Venus, become the Virgin Mary».[4]
7. Παραπομπές
[1] Εργασία της Σοφίας Ντρέκου για την www.sophia-ntrekou.gr / Αέναη επΑνάσταση
[2] πρωτοπρεσβύτερος Παντελεήμων Κρούσκος, Θεολόγος, Εφημέριος Ι. Μητρ. Ναού Σωτήρος Χριστού Καλύμνου, iereasanatolikisekklisias.blogspot.gr
[3] Βίντεο από το YouTube, εταιρεία της Google
[4] (αποσπάσματα) Η αιρετική απεικόνιση της «αγίας οικογενείας». Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ «Ἡ αἱρετική ἀπεικόνιση τῆς «ἁγίας οἰκογενείας». Γιατί είναι ξένη και απόβλητη».
[5] Οι εικόνες είναι από απλή αναζήτηση στην μηχανή της Google (δεν γνωρίζουμε τους ζωγράφους)
1η δημοσίευση 2 Οκτωβρίου 2013 στις 16:40 μ.μ
Τελευταία ενημέρωση και έλεγχος συνδέσμων: 15 Δεκεμβρίου 2017 στις 09:38

8. The Heretical Icon of the "Holy Family"
The main reason Orthodox Iconography is more about imitation than innovation is to prevent heretical concepts from entering the Church, since heresy can just as much be depicted in icons as written in books and proclaimed from the pulpit. One such innovation in Orthodox Iconography that began in America is the depiction of the "Holy Family", showing Christ either in the arms of both St. Joseph and the Virgin Mary, or in the arms of St. Joseph alone. While such depictions may seem innocent, they in fact display a lack of attention to essential matters of Orthodox doctrine.
Such depictions of the "Holy Family" are based on innovations of the Papacy, which has in modern times instituted a Feast of the Holy Family. As one Roman Catholic scholar has remarked, in contrasting the Papal feast centered on the Holy Family to the Christian Feasts of antiquity, “[The Feast of the Holy Family]...is a product of our modern age, the times to which we belong.”1 In traditional Orthodox Iconography, the Christ Child is properly portrayed, not alone with St. Joseph, but rather alone with His Mother, thereby stressing the dogma that He is “a Son without a father, Who was begotten of the Father without a mother before the ages.”2
In fact, to protect the faithful from an improper understanding of his fatherly role and his relationship to the Theotokos, traditional Orthodox Iconography downplays the figure of St. Joseph (without, of course, denigrating his person), just as the Church Fathers are also laconic when talking about him. For example, in the Icon of the Nativity of Christ, as Professor Constantine Cavarnos comments, “he is not shown at the central part of the composition, like the Theotokos and the Child, but away, at a corner, in order to emphasize the Scriptural account and the teaching of the Church that Christ was born of a Virgin.”3 Leonid Ouspensky and Vladimir Lossky, in their pivotal work on iconographic theory, make a similar observation: “Another detail emphasizes that in the Nativity of Christ ‘the order of nature is vanquished’—this is Joseph. He is not part of the central group of the Child and His Mother; he is not the father and is emphatically separated from this group.”4 Likewise, in Icons with similar themes, such as the Meeting of the Lord or the Flight into Egypt, Orthodox iconology does not understand St. Joseph to be the head of some sort of “Holy Family”; rather, he is seen as the Providentially-ordained guardian of the Theotokos and her Divine Child. His humble acceptance and virtuous fulfillment of this role are precisely the points of focus in his veneration by the Orthodox Church.5
St. Augustine of Hippo further notes, “Joseph...might be called the father of Christ, on account of his being in a certain sense the husband of the mother of Christ...,”6 but he qualifies this admission by insisting that, in their spousal relationship, “there was no bodily connection.”7 Elsewhere he elaborates on this point: “And because of this conjugal fidelity [i.e., their mutual celibacy] they are both deservedly called ‘parents’ of Christ (not only she as His mother, but he as His father, as being her husband), both having been such in mind and purpose, though not in the flesh. But while the one was His father in purpose only, and the other His mother in the flesh also, they were both of them, for all that, only the parents of His humility, not of His sublimity; of His weakness [see II Corinthians 13:4], not of His divinity.”8 Thus, if the three are to be depicted in iconography together, they should be depicted fulfilling their divine purpose, rather than as a family according to the flesh.
St. Ambrose of Milan, again safeguarding the traditional Christian teaching about St. Joseph and his role as the husband of the Virgin Mary, warns us that by misunderstanding this particular Biblical verse, “the snake of unbelief, released from perverse hiding places, lifts its head and vomits forth mischief from serpentine hearts.”9 One group of people this depiction of the "Holy Family" may particularly confuse are converts from Evangelicalism. Evangelicals claim to believe in the Virgin Birth, yet in large part reject the ever-virginity of the Virgin Mary, which means that they only accept this dogma of the Virgin Birth partially. Part of this has to do with the fact that Evangelicals consider marital domesticity the highest ideal of the Christian life, in sharp contradiction with Scripture and the Fathers who teach that the loftiest state of the Christian life is virginity, because it helps a Christian better focus on attaining their union with God. Like the notorious heretics as the Ebionites, Helvidius, and Jovinian, Evangelicals hold to the most-irreverent view that St. Joseph and the Virgin Mary engaged in physical intercourse after the birth of Christ, and by this means bore other children. St. John of Damascus calls those who hold such a view "enemies of Mary".10 Thus when Evangelicals convert to Orthodoxy and see such icons as the "Holy Family", it should be no surprise that such an image confuses them and may justify a retention of their previous heretical views.
The ever-virginity of the Theotokos is a basic presupposition for truly accepting the dogma of the Incarnation. As St. Gregory Palamas writes: "God deigned to receive our nature from us, hypostatically uniting with it in a marvelous way. But it was impossible to unite that Most High Nature, Whose purity is incomprehensible for human reason, to a sinful nature before it had been purified. Therefore, for the conception and birth of the Bestower of purity, a perfectly spotless and Most Pure Virgin was required."11 St. Basil the Great calls icons "the books of the illiterate". He says: "What better proof have we that images are the books of the illiterate, the ever-speaking heralds of honoring the saints, teaching those who gaze upon them without words, and sanctifying the spectacle. I have not many books nor time for study, and I go into a church, the common refuge of souls, my mind wearied with conflicting thoughts. I see before me a beautiful picture and the sight refreshes me, and induces me to glorify God."12 Now if an illiterate person enters an Orthodox church and sees an icon of the "Holy Family", how are they supposed to read it correctly without a lengthy interpretation? Rather, if an image gives off an obvious and immediate apparent falsehood or heresy, then it should be rejected lest it leads the innocent and simple astray. There is supposed to be perfect harmony between the written dogmas and the images that adorn our churches.
In the Orthodox Church, we have many holy families, such as Joachim and Anna with the Theotokos, Zechariah and Elizabeth with John the Forerunner, the family of Basil the Great, the family of Gregory Palamas, the family of Eustathios Plakidas. All these and many others are truly holy families that we should celebrate and depict in our churches, because they were families according to the flesh. On the other hand, the family of St. Joseph and the Virgin Mary with Christ, was not a family of the flesh, but as St. Augustine wrote, a family "of mind and purpose", who were brought together by a divine order to make sure Christ accomplished His work of salvation to redeem the human race.
Notes:
1. Pius Parsch, The Church’s Year of Grace, trans. the Rev. William G. Heidt, O.S.B., Vol. I (Collegeville, MN: St. John’s Abbey, 1962), p. 289.
2. Dogmatikon, Tone
3. Constantine Cavarnos, Guide to Byzantine Iconography, Vol. I(Boston: Holy Transfiguration Monastery, 1993), p. 134.
4. Leonid Ouspensky and Vladimir Lossky, The Meaning of Icons, trans. G.E.H. Palmer and E. Kadloubovsky (Crestwood, NY: St. Vladimir’s Seminary Press, 1982), p. 160.
5. Though early depictions of the Flight Into Egypt show the Theotokos holding the Christ Child, there are late medieval frescoes, such as that of Decani Monastery from the 14th century, that depict St. Joseph holding the Christ Child (probably influenced from western iconography such as that of Capella Palatina in Palermo, Sicily from the 12th century). Though this is an innovation and should be avoided, it can be acceptable in the sense that it depicts St. Joseph in his historical role with the Child leaning towards His Mother, rather than a family according to the flesh portrait.
6. St. Augustin, “Reply to Faustus the Manichaean,” trans. the Rev. Richard Stothert, rev. Albert H. Newman, in The Writings Against the Manichaeans and Against the Donatists, Vol. IV of A Select Library of the Nicene and Post-Nicene Fathers, 1st Ser., ed. Philip Schaff (Grand Rapids, MI: Wm. B. Eerdmans Publishing Co., 1979), p. 159.
7. Ibid., p. 315.
8. Idem, “On Marriage and Concupiscence,” trans. Peter Holmes and the Rev. Robert Ernest Wallis, rev. Benjamin B. Warfield, in Anti-Pelagian Writings, Vol. V of A Select Library of the Nicene and Post-Nicene Fathers, 1st Ser., ed. Philip Schaff (Grand Rapids, MI: Wm. B. Eerdmans Publishing Co., 1978), p. 268.
9. Saint Ambrose of Milan, Exposition of the Holy Gospel According to Saint Luke, trans. Theodosia Tomkinson (Etna, CA: Center for Traditionalist Orthodox Studies, 1998), p. 62.
10. Saint John of Damascus, Writings, trans. Frederic H. Chase, Jr. (Washington, DC: The Catholic University of America Press, 1958), p. 131.
11. "Homily on the Entry of the Mother of God into the Temple".
12. St. John of Damascus, "Apologia Against Those Who Decry Holy Images".
Monday, December 28, 2015 by John Sanidopoulos
9. Επιλεκτικό οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο)







http://www.sophia-ntrekou.gr/2013/10/blog-post_1571.html?m=1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.