http://www.imconstantias.org.cy/
Πρεσβυτέρου Φιλίππου
Φιλίππου
To σημερινό
ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και πιο
συγκεκριμένα από το δέκατο τέταρτο κεφάλαιο οι στίχοι δέκα έξι μέχρι και είκοσι
τέσσερα. Η παραβολή αυτή είναι γνώστη στους περισσοτέρους ως η παραβολή του
Μεγάλου Δείπνου και αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές παραβολές του
Χριστού. Μέσα από αυτήν τίθεται άμεσα ο προβληματισμός περί της βασιλείας του
Θεού η οποία πραγματώνεται στο πρόσωπο του Χριστού και φέρνει τον άνθρωπο
ενώπιον της ευθύνης που έχει για να απαντήσει θετικά ή αρνητικά στο κάλεσμα του
Θεού.
Ξεκινώντας ο Κύριος
την παραβολή μας λέει για κάποιον άνθρωπο πλούσιο κατά πάσα πιθανότητα αφού
είχε διάφορους δούλους υπό την επίβλεψη του, οποίος συγκάλεσε ένα μεγάλο δείπνο
στο οποίο προσκάλεσε πολύ κόσμο. Όταν απέστειλε κάποιο δούλο για να ενημερώσει
τους καλεσμένους ότι το δείπνο ήταν έτοιμο για να προσέλθουν να δειπνήσουν, ο
ένας μετά τον άλλο προέβαλλαν δικαιολογίες για τη μη παρουσία τους σε αυτό.
Ένας εξ΄ αυτόν είπε
ότι αγόρασε χωράφι και θα πήγαινε να το ελέγξει για να είναι σίγουρος ότι δεν
εξαπατήθηκε . Άλλος αγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια και αυτός θα πήγαινε να τα
δοκιμάσει μήπως και δεν είναι καλά για την εργασία που τα ήθελε. Ένας άλλος
δικαιολογήθηκε από το γεγονός ότι ήταν νιόπαντρος και δεν μπορούσε να εγκαταλείψει
την συζυγική εστία. Αφήνοντας πίσω τις διάφορες οικογενειακές υποχρεώσεις που
είχε.
Μαθαίνοντας όλα αυτά
ο οικοδεσπότης εξοργίστηκε και απέστειλε τον δούλο του στις πλατείες και στους
δρόμους της πόλης για να μαζέψει τους φτωχούς ,τους αναπήρους, τους τυφλούς και
τους κουτσούς. Ακολουθώντας αυτή την εντολή του κυρίου του πηγαίνει και μαζεύει
όλους αυτούς αλλά πάλι δεν γεμίζει το τραπέζι ,δεν πληρούνται όλες οι θέσεις
του δείπνου υπήρχαν ακόμη κενές θέσεις. Έτσι αποστέλλεται και πάλι ο δούλος από
τον κύριο του έξω από την πόλη στα περίχωρα για να μαζέψει κόσμο έτσι ώστε να
πληρωθούν όλες οι θέσεις στο τραπέζι και να γεμίσει το σπίτι του οικοδεσπότη.
Στο τέλος της παραβολής δίνεται μια βεβαίωση δια στόματος του οικοδεσπότη του
δείπνου αυτού, ότι από τους προσκεκλημένους κανένας δεν θα γευτεί από το δείπνο
αυτό, διότι καλεσμένοι ήταν πολλοί οι εκλεκτοί όμως λίγοι.
Μέσα από τη
συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή κεντρικό θέμα αποτελεί η βασιλεία του Θεού η
οποία παρομοιάζεται με το μεγάλο δείπνο. Στο δείπνο της βασιλείας του Θεού
είναι καλεσμένοι όλοι οι άνθρωποι για να παραστούν ανεξαρτήτως της φυλής που
ανήκουν. Δεν είναι όμως καλεσμένοι όλοι από την αρχή αλλά κλιμακωτά. Πρώτα
κλήθηκαν οι Ιουδαίοι που ήταν ο εκλεχτός λαός του Θεού. Την κλήση αυτή του Θεού
την έλαβαν μέσω των προφητών που τους απέστειλε έτσι ώστε να τους προετοιμάσει
για να δεχθούν και να γευθούν την βασιλεία του Θεού. Αυτοί όμως αντί να
αποδεχθούν την πρόσκληση του Θεού την απέρριψαν προβάλλοντας διάφορες
δικαιολογίες στηριγμένες πάνω στις διάφορες κοινωνικές μέριμνες της ζωής και
μένοντας προσκολλημένοι στη δική τους ερμηνεία που είχαν δώσει για τον ερχομό
της βασιλείας του Θεού. Βλέποντας αυτή την απόρριψη από μέρους των επισήμων
Ιουδαίων απευθύνεται προς τον απλό Ιουδαϊκό λαό ο οποίος καλείται να γίνει
μέτοχος της βασιλείας του Θεού. Εκτός όμως από τους απλούς Ιουδαίους καλεί και
τους εθνικούς που κατοικούν πέρα από την Ιουδαία έτσι ώστε να είναι όλοι στο
δείπνο και να μη μήνη κανείς έξω.
Η πρόσκληση του
οικοδεσπότη προς όλους τους ανθρώπους να παραστούν ως συνδαιτυμόνες στο δείπνο
μας καθιστά όλους υπευθύνους της αποδοχής ή όχι της προσκλήσεως. Προέκταση
αυτού του δείπνου αποτελεί η Εκκλησία στην οποία ο Θεός μας καλεί να
ενταχθούμε.
Ειδικότερα όμως το
μυστήριο της θείας Ευχαριστίας στο οποίο παρατίθεται το πανάγιο σώμα και το
τίμιο αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Πορευόμενοι προς τις άγιες ημέρες των
Χριστουγέννων και βλέποντας τη δύσκολη κοινωνική κατάσταση την οποία βιώνουμε
καθημερινά ας προσπαθήσει ο καθένας με οποίο τρόπο μπορεί να απαλείψει τον πόνο
και την θλίψη που έχει φωλιάσει σε αρκετές ψυχές ανθρώπων.
Με τον τρόπο αυτό
γινόμαστε αφορμή ώστε οι άνθρωποι αυτοί να οδηγηθούν κοντά στον Θεό γευόμενοι
και αυτοί την χαρά που μας προσφέρεται μέσα στην Εκκλησία. Να μη μείνουμε μόνοι
στη χαρά αυτή αλλά να πράξουμε όπως ο οικοδεσπότης της σημερινής παραβολής που
προσκάλεσε και τους υπολοίπους να ’ρθούν να γευτούν μαζί του.
Πρωτότυπο κείμενο
Eίπεν ο Κύριος την
παραβολήν ταύτην· Ανθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα, και εκάλεσε πολλούς· και
απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις· έρχεσθε,
ότι ήδη έτοιμά εστί πάντα. Και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες. Ο πρώτος
είπεν αυτώ· Αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν· ερωτώ σε,
έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· Ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι
δοκιμάσαι αυτά· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· γυναίκα έγημα,
και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν. Και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω
κυρίω αυτού ταύτα. Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης, είπε τω δούλω αυτού· Έξελθε
ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους
και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε. Και είπεν ο δούλος· Κύριε, γέγονεν ως
επέταξας, και έτι τόπος εστί. Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· Έξελθε εις
τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκός μου. Λεγω
γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου.
Πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος «Ένας
άνθρωπος ετοίμασε μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του
δείπνου, έστειλε το δούλο του να πει στους καλεσμένους: ελάτε, όλα είναι πια
έτοιμα. Τότε άρχισαν ο ένας μετά τον άλλο να βρίσκουν δικαιολογίες: Ο πρώτος
του είπε: έχω αγοράσει ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω· σε παρακαλώ,
θεώρησέ με δικαιολογημένον. Άλλος του είπε: έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια
και πάω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με. Κι ένας άλλος του είπε:
είμαι νιόπαντρος και γι΄ αυτό δεν μπορώ να έρθω. Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα
είπε αυτά στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης οργισμένος είπε στο δούλο του:
πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους
φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς. Όταν γύρισε ο δούλος
του είπε: κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε και υπάρχει ακόμη χώρος. Είπε πάλι ο
κύριος στο δούλο: πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια κι
ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου· γιατί σας βεβαιώνω πως
κανένας από κείνους που κάλεσα δε θα γευτεί το δείπνο μου. Γιατί, πολλοί είναι
οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί».
http://www.imconstantias.org.cy/27074/ (16 Δεκ 2017 74)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.